Συλλογή έργων (μυθιστόρημα, διήγημα, θέατρο, ποίηση) του Μπάμπη Ράλλη

Κοντά δυο χρόνια

 

Καθόμασταν στην προβλήτα του λιμανιού. Δεν καταλάβαινα αν η όψη της έκρυβε ηρεμία ή απάθεια. Δε μιλούσε. Ούτε απάντησε όταν τη ρώτησα με ποιο πλοίο είχε έρθει – γιατί νόμιζα ότι δεν είχε πιάσει κανένα πλοίο στο νησί από προχθές. Το τσάι της είχε κρυώσει άθικτο στο τραπέζι. Σκέφτηκα πως θα ‘ταν καλό να της δείξω τα αξιοθέατα του τόπου, μιας και ερχόταν πρώτη φορά να με επισκεφτεί. Ξεκινήσαμε να περπατάμε στο ανηφορικό μονοπάτι που, όσο στένευε προς την κορυφή του λόφου, διακλαδιζόταν σε πολλά άλλα μικρότερα. Αλλά η αδελφή μου έδειχνε να ξέρει καλά τον δρόμο, προχωρώντας μπροστά, χωρίς να κουράζεται καθόλου, ενώ εγώ την ακολουθούσα λαχανιασμένος, κουβαλώντας για λίγο ακόμη στην πλάτη μου το βάρος της ύπαρξης.

Στο πιο ψηλό σημείο της πορείας μας είδαμε τα απομεινάρια ενός μικρού, εγκαταλειμμένου νεκροταφείου. Οι περισσότεροι σταυροί ήταν σπασμένοι, παράλληλοι με το έδαφος. Την είδα να τους σκεπάζει προσεχτικά με το λιγοστό χώμα που υπήρχε τριγύρω, κάνοντας αργές κινήσεις με τα πόδια της. Αποξεχάστηκα παρατηρώντας την. Κι έπειτα μια αστραπή. Έπειτα κι άλλη. Κι άλλη. Κι έπειτα ο κεραυνός. Ένα πεύκο πήρε φωτιά. Γρήγορα όλη η κορυφή λαμπάδιασε. Οι φλόγες πηδούσαν ψηλά στον ουρανό, αγγίζοντας τα πρώτα τρεμουλιαστά αστέρια της βραδιάς.

Όταν η φωτιά έσβησε η αδελφή μου δεν ήταν εκεί. Ξεκίνησα να κατεβαίνω το μονοπάτι. Έβγαλα από την τσέπη μου μια μικρή αυτοσχέδια φλογέρα, δώρο ενός φίλου. Άρχισα να παίζω νότες στην τύχη. Κι ήταν όλες τους μνήμες μπερδεμένες, θολές, σβησμένες.

Είναι κοντά δυο χρόνια κιόλας χωρίς τόπο διαμονής.