Η αγάπη μου για τις πόρνες είναι ένας έρωτας χωρίς ζητούμενα. Τους δίνω έρωτα και δε ζητώ τίποτα. Μου δίνουν έρωτα και δε ζητούν τίποτα, αφού με τον καιρό το δωράκι μετατρέπεται σε συνθηματικό για να μην ονομάζουμε τον αληθινό μας έρωτα, για να μην φανερωθεί, κι αρχίσει να ζητάει, και σκαρτέψει.
Φυσικά, όπως θα έχετε μαντέψει, ο έρωτάς μου για τις πόρνες κι η ανταπόδοσή του από αυτές είναι ένας μύθος. Μόνο που ο μύθος αυτός αποτελείται από καθαρή αλήθεια, σαν χρυσός χωρίς προσμείξεις. Αλλά αποτελεί και μια τόσο σπάνια, ιδιάζουσα περίπτωση, συνέπεια πολλαπλών περιστάσεων και μοιραίων συναπαντημάτων, που μετατρέπεται σε μύθο, αν όχι σε θρύλο, σαν τη θυσία του πρωτομάστορα, σαν την κιβωτό του Νώε, σαν τους άθλους του Ηρακλέους, σαν τα φαντάσματα που τριγυρνούν τις νύχτες, αλλά και τις μέρες, πάντα, παντού, που με κυνηγούν, κι εγώ κρύβομαι για να τους ξεφύγω στην αγκαλιά μιας πόρνης, κι αυτή με σκεπάζει με τις μακριές φτερούγες της, η πόρνη μου η χήνα, η Γκαμπριελίτσα μου που πετά σαν πάπια-χήνα, πετάει και με ανεβάζει στα ουράνια. Είναι η καθαρή αλήθεια, σαν χρυσός χωρίς προσμείξεις, αλλά πώς να την πεις και να μην σε περάσουν για παραμυθά;